Ο ΠΑΥΛΟΣ ΦΥΣΣΑΣ ΖΕΙ..

ΠΕΣΑΝΕ ΑΠ’ΤΑ ΣΥΝΝΕΦΑ ΚΑΙ ΔΕΝ ΠΑΘΑΝΕ ΤΙΠΟΤΑ!
Στις 18/9/2013 ο αντιφασίστας καλλιτέχνης Παύλος Φύσσας δολοφονείται από μαχαιριά του χρυσαυγίτη Ρουπακιά στο Κερατσίνι. Δεν επρόκειτο για ξεκαθάρισμα λογαριασμών λόγω προσωπικής κόντρας ούτε για κάποιο ατύχημα. Ήταν μια ξεκάθαρη πολιτική δολοφονία. Ένα έγκλημα για το οποίο η σημερινή κοινωνία έχει ευθύνη. Έχει ευθύνη, γιατί τόσο καιρό επέλεξε να εθελοτυφλεί (ή και να συμφωνεί) στη βιαιότητα των φασιστών, δίνοντάς τους όλο και περισσότερο έδαφος. Κάπως έτσι ο φασισμός με τις ευλογίες του κράτους, της αστυνομίας, της δικαιοσύνης και μεγάλου μέρους της κοινωνίας πατώντας πάνω στην φτώχεια, την αμάθεια και την αδιαφορία μπόρεσε να οδηγήσει για άλλη μια φορά το μαχαίρι στην καρδιά.

Τις επόμενες μέρες η κατακραυγή και ο αντιφασιστικός ξεσηκωμός ήταν αναμενόμενος. Εντύπωση και δικαιολογημένη καχυποψία προκάλεσε η πρωτίστως επικοινωνιακή επίθεση κατά του παρακράτους και των νεοΝαζί της χρυσής αυγής από τα ΜΜΕ, που μέχρι πρότινος τάιζαν το τέρας από την παλάμη τους. Άραγε δεν γνώριζαν την εγκληματική δράση της οργάνωσης εδώ και 30 χρόνια; Δεν έμαθαν ποτέ για τη δολοφονία του Shehzad Luqman από χρυσαυγίτες τον Γενάρη (2013), του Babacar Ndiaye από δημοτόμπατσους ένα μήνα μετά και όλα εκείνα τα μαχαιρώματα και τους βασανισμούς μεταναστών στους δρόμους και στα κρατητήρια της αστικής δημοκρατίας; Όλα τα γνώριζαν! Η ένοχη σιωπή αλλά και το ξέπλυμα που τους προσέφεραν με λάιφστάιλ προσεγγίσεις των ναζί εξυπηρετούσε τον εξωρραϊσμό τους ώστε να συνεχίσουν οι μαχαιροβγάλτες στο απυρόβλητο το κοινωνικό τους έργο: να εκφοβίζουν όποιον αντιστέκεται, να τραμπουκίζουν και να μαχαιρώνουν τον πιο αδύναμο.

Από την άλλη, η πολιτική στρατηγική του κράτους ήταν να κάνει τις πλάτες ή τα στραβά μάτια στα εγκλήματα των ταγμάτων εφόδου την ίδια ώρα που εφάρμοζε τις πιο σκληρές καταδιωκτικές πρακτικές απέναντι σε όσους και όσες «φώναζαν αντιφασιστικά». Η άγρια καταστολή αντιφασιστικών διαδηλώσεων, οι ποινικές διώξεις ανθρώπων που απλώς διαδήλωναν στο δρόμο ενάντια στο φασισμό, η λογοκρισία, η κρατική επίθεση σε στέκια και καταλήψεις που είναι χώροι αντίστασης στην εξουσία και την εξουσιαστική ιδεολογία, προσπαθούσαν να τοποθετήσουν το αυτονόητο (του αντιφασισμού) στο ένα από τα δύο άκρα.

Δεν είναι «ακραίο» να μάχεσαι τον φασισμό!

Ο αντιφασισμός δεν είναι μια ταμπέλα, δεν είναι μια ιδεολογία. Είναι μια στάση ζωής. Είναι να αποδέχεσαι το διαφορετικό, είτε αυτό είναι κουλτούρα, μόρφωση, ηλικία, φύλο, σεξουαλική προτίμηση είτε μια διαφορετική θρησκεία και καταγωγή. Η αποδοχή του διαφορετικού δεν σημαίνει υιοθέτησή του αλλά ισότιμη αντιμετώπισή του.
 

Αντιφασισμός είναι να υπερασπίζεσαι τους αδύναμους. Οι κοινωνικές σχέσεις του σήμερα στηρίζονται σε ένα δίπολο εξουσιασμού. Ο άντρας στη γυναίκα, ο εργοδότης στον εργαζόμενο, ο πλούσιος στον φτωχό, ο καθηγητής στον μαθητή, ο γονιός στο παιδί. Αντιφασισμός είναι η εναντίωση στις σχέσεις αυτές που μας έχουν κάνει να θεωρούμε «φυσιολογικές». Μας έχει γίνει συνήθεια η επιβολή όπου μας παίρνει και η θυματοποίηση όπου θεωρούμε κατώτερο τον εαυτό μας. Έχουμε ξεχάσει και την επιλογή της ισοτιμίας μεταξύ μας.
 
Αντιφασισμός όμως είναι πρωτίστως και αγώνας ενάντια στον ιμπεριαλισμό, στον καπιταλισμό και το κράτος. Σε περιόδους κρίσης του καπιταλισμού οι εξουσιαστές βγάζουν απ’το μανίκι το μακρύ τους χέρι, το πιστό τους δεκανίκι και το εξαπολύουν για να ενισχύουν τον κοινωνικό κανιβαλισμό και το φόβο. Δεν ξεγελά κανένα το ανέκδοτο του «κρατικού αντιφασισμού».

«Καμιά κυβέρνηση δεν πολεμά τον φασισμό για να τον καταστρέψει. Όταν η αστική τάξη βλέπει ότι η εξουσία γλιστρά από τα χέρια της τον ανακαλεί για να διατηρήσει τα προνόμιά της»

Buenaventura Durruti.

Οι αντιφασίστες/αντιφασίστριες εντείνουμε τον αγώνα για να τσακίσουμε τον φασισμό (δηλαδή το κράτος και το κεφάλαιο που τα γεννά) με κάθε μέσο! Ισα δικαιώματα για όλους – εκτός απ’όσους θεωρούν ότι είναι πιο ίσοι απ’τους άλλους.

 

ΚΑΤΑΛΗΨΗ ΚΤΗΜΑΤΟΣ ΠΡΑΠΟΠΟΥΛΟΥ (στο Χαλάνδρι)